Σάββατο 5 Απριλίου 2014

Ένα τσιγάρο αργότερα

     Είχε καθίσει στον καναπέ. Η κόκκινη δερματίνη του είχε φθαρεί στις γωνίες. Μπροστά του βρισκόταν το μικρό τραπεζάκι. Ποτήρια, μπουκάλια μπύρας, δυο τρία κουτιά από πίτσα. Έσυρε μπροστά του το ήδη γεμάτο τασάκι. Αυτό ήταν το τρίτο τσιγάρο που έσβηνε. Η αποπνικτική από τσιγαρίλα και αλκοόλ ατμόσφαιρα δεν του προκάλεσε τον παραμικρό μορφασμό, σαν να βρισκόταν από ώρες στο δωμάτιο και είχε συμβάλλει και ο ίδιος στην καλλιέργειά της.

Απ’ το ραδιόφωνο ακούγονταν χαζοτράγουδα. Θα το είχε σπάσει υπό άλλες συνθήκες. Τώρα, όμως, δεν έδινε σημασία σε τίποτα άλλο, παρά στο μονότονο θόρυβο των ψεύτικων λυγμών της. Το βλέμμα του ερευνούσε εξονυχιστικά κάθε της κίνηση, κάθε σπασμό του κορμιού της. Ήταν ξαπλωμένη, με τη πλάτη γυρισμένη προς αυτόν, πάνω στο διπλό κρεβάτι, απέναντι του. Το πρόσωπό του ανέκφραστο. Θα μπορούσε να διακρίνει κανείς, ωστόσο, τη σαδιστική ικανοποίηση που του προσέφερε αυτό το θέαμα. Δεν την είχε αγγίξει και ούτε σκόπευε. Θα μπορούσε να την πετάξει έξω, έτσι με τα αραχνοΰφαντα πυτζαμάκια της. Έτσι κι αλλιώς, δική του ήταν η γκαρσονιέρα.


Ένα τσιγάρο αργότερα σηκώθηκε. Δεν είχε σταματήσει λεπτό να την παρατηρεί. Το μονόπρακτο συνεχιζόταν, αλλά αυτός είχε βαρεθεί. Φύσηξε τον καπνό της τελευταίας τζούρας μακριά του και έσβησε το τσιγάρο. Με δυο βήματα βρισκόταν στην πόρτα. Πήρε το τζιν μπουφάν του στα χέρια και έφυγε. Δεν γύρισε να την κοιτάξει. Είχε δει αρκετά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου